Το λάδι … λαδάκι θα πουν φέτος οι καταναλωτές, καθώς το ελαιόλαδο ακριβαίνει συνεχώς και όλα δείχνουν πως το «ράλι» στις τιμές θα συνεχιστεί και το επόμενο διάστημα.
Παραγωγοί και φορείς από τη Μεσσηνία, την περιοχή που παράγει περίπου το 10% της ελληνικής παραγωγής ελαιόλαδου και ένα από τα ισχυρότερα brand παγκοσμίως, μίλησαν στο CNN Greece για τους λόγους της δραστικής αύξησης στις τιμές.
Η ξηρασία στην Ιβηρική χερσόνησο που εκτίναξε τις τιμές
Η βασική αιτία της αύξησης της τιμής του ελαιόλαδου, σχετίζεται με την παρατεταμένη ξηρασία στην Ιβηρική χερσόνησο που οδηγεί σε μείωση της ισπανικής παραγωγή για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά. Μειωμένη είναι επίσης η παραγωγή στην Ελλάδα, καθώς και στην Ιταλία και την Τουρκία.
«Όλα έχουν να κάνουν με την προσφορά και τη ζήτηση. Εφόσον δεν υπάρχει η ποσότητα που χρειάζεται σε παγκόσμιο επίπεδο, έχει ανέβει η ζήτηση και η τιμή. Είναι ένα χρηματιστήριο, πάντα ήταν ένα χρηματιστηριακό commodity το ελαιόλαδο, απλώς φέτος έχουμε τρομερές αυξήσεις που αγγίζουν το 250% σε σχέση με την περσινή χρονιά», δήλωσε ο Δημήτρης Αναγνωστόπουλος των ελαιουργείων Olive Ergo Anagnostopoulos
«Φέτος υπήρξε μια συγκυρία παραγόντων, ακριβώς επειδή η ποσότητα του λαδιού που παρήχθη σε όλη τη Μεσόγειο ήταν λίγη, οι τιμές αυξήθηκαν πάρα πολύ. Σε αυτό συντέλεσαν ακόμα οι εκτιμήσεις για τη χρονιά 2023, για 50% μείωση στην περσινή παραγωγή», τόνισε από την πλευρά του ο χημικός Νίκος Κουτσούκος, πρόεδρος και συνιδρυτής του Σχολείου Ελίας και Ελαιολάδου Καλαμάτας και Γευσιγνώστης Επιτραπέζιας Ελιάς και Ελαιόλαδου.
Τι συμβαίνει με την ελληνική παραγωγή
Το 2022 η Ελλάδα παρήγαγε περί τις 330.000 τόνους ελαιόλαδο και φέτος οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για μείωση παραγωγής από 30% έως 40%, σύμφωνα με τον Αντώνη Παρασκευόπουλο, Διευθυντή της διεύθυνσης Γεωργίας της Κυπαρισσίας.
Ο ίδιος εξηγεί πως καθώς δεν υπάρχουν και πολλά αποθέματα ελαιόλαδου, η ζήτηση θα αυξηθεί και συνεπώς «διαγράφεται μια καλή χρονιά» για τους παραγωγούς.
Δικαιολογείται όμως η τωρινή αύξηση στις τιμές;
Εκτιμά πως οι ανατιμήσεις δικαιολογούνται λόγω της μεγάλης πλέον ζήτησης, καθώς τυποποιητές από δίκτυα του εξωτερικού αγοράζουν ελαιόλαδο σε υψηλές τιμές ακόμα και αν έχουν ζημιά, προκειμέΝου να εξυπηρετήσουν συμβόλαια που «τρέχουν» και να μην χάσουν τους πελάτες τους.
Στην έλλειψη ελαιόλαδου σε παγκόσμιο επίπεδο αποδίδει τις τρέχουσες ανατιμήσεις και ο κ. Αναγνωστόπουλος, τονίζοντας πως παρότι έχουν ανέβει όλα τα κόστη παραγωγής (πετρέλαιο, μισθοί, ηλεκτρικό ρεύμα), οι αυξήσεις δεν είναι τέτοιες που να δικαιολογούν τις τιμές.
«Θεωρούν οι περισσότεροι ότι χαιρόμαστε για την άνοδο της τιμής. Δεν είναι έτσι. Μας ενδιαφέρει η τιμή στο ράφι που σημαίνει ότι θα πρέπει το προϊόν για να έχει μια δυναμική στην αγορά να μπορεί να πουληθεί και να είναι προσβάσιμο στους περισσότερους καταναλωτές», δηλώνει από την πλευρά του ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Μεσσηνίας, Βαγγέλης Ξυγκώρος.
Τόνισε πως εδώ και καιρό οι φορείς ζητούν από την κυβέρνηση συγκεκριμένα μέτρα, προκειμένου να μειωθεί το κόστος, όπως άμεση μείωση στον ειδικό φόρο στο πετρέλαιο και τα καύσιμα καθώς και στον ΦΠΑ στα τρόφιμα, «ώστε να μπορέσει να αντέξει το ελληνικό νοικοκυριό».
Το καλό ελαιόλαδο θα είναι πλέον για λίγους
Στο μεγάλο πρόβλημα που δημιουργείται στην κατανάλωση, αναφέρθηκε και ο κ. Κουτσούκος τονίζοντας ότι μοιραία όταν το προϊόν γίνει πολύ ακριβό στο ράφι, απευθύνεται πλέον σε ένα διαφορετικό μοντέλο καταναλωτών. Ειδικά για το λάδι εξαιρετικής ποιότητας, εκτίμησε ότι θα είναι πάρα πολύ ακριβό, ενώ θα υπάρχουν παράλληλα και άλλα ελαιόλαδα, δεύτερης ποιότητας αλλά και τιμής.
Κανείς δεν ξέρει τι θα γίνει το 2024
Όσον αφορά το 2024, ο κ. Παρασκευόπουλος εμφανίστηκε αισιόδοξος καθώς με τις βροχές του τελευταίου διαστήματος στην Ισπανία, μπορεί η παραγωγή να επανέλθει, παρότι τα δέντρα είναι ταλαιπωρημένα και καταπονημένα.
«Μια αύξηση της παραγωγής στην Ισπανία στο 80% της μέσης παραγωγής που είναι 1 εκατ. 400 τόνοι, θα αλλάξει όλα τα δεδομένα», τόνισε.